Η γεωργία έδωσε τέλος σε μια τεράστια περίοδο της ανθρώπινης ύπαρξης που χαρακτηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ελευθερία από την εργασία, την μη-εκμετάλλευση της φύσης, μια σημαντική αυτονομία και ισότητα των δύο φύλων, και την απουσία της οργανωμένης βίας. Παίρνει περισσότερα από την γη από όσα δίνει πίσω και είναι το θεμέλιο για την ιδιωτική περιουσία. Η γεωργία περικλείει, ελέγχει, εκμεταλλεύεται και δημιουργεί την ιεραρχία και την δυσαρέσκεια. Η Chellis Glendinning (1994) περιέγραψε την γεωργία ως το «αρχικό τραύμα» που έχει καταστρέψει την ανθρώπινη ψυχή, την κοινωνική ζωή και την βιόσφαιρα.
Αλλά η γεωργία/εξημέρωση δεν εμφανίστηκε από το πουθενά στα ξαφνικά, πριν 10.000 χρόνια. Πιθανότατα, ήταν το αποκορύφωμα μιας πολύ αργής αποδοχής του καταμερισμού της εργασίας ή της ειδίκευσης που ξεκίνησε στα σοβαρά στην Ανώτερη Παλαιολιθική εποχή, περίπου 40.000 χρόνια πριν. Αυτή η διαδικασία είναι πίσω από αυτό που ονόμασαν ο Horkheimer και ο Adorno «εργαλειακό λόγο» στην «Διαλεκτική του Διαφωτισμού». Παρά το γεγονός ότι εξακολουθεί να θεωρείται ως προϋπόθεση για «αντικειμενικότητα», η ανθρώπινη λογική δεν είναι πια ουδέτερη. Με κάποιον τρόπο έχει παραμορφωθεί, με καταστροφικές συνέπειες: η λογική μας φυλακίζει την πραγματική ανθρωπιά, ενώ καταστρέφει τον φυσικό κόσμο. Πώς αλλιώς να εκτιμηθεί το γεγονός πως η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει γίνει τόσο εχθρική στον άνθρωπο, όσο και στα άλλα επίγεια είδη; Κάτι είχε ήδη αρχίσει να μας οδηγεί προς μια αρνητική κατεύθυνση πριν η γεωργία, η ταξική διαστρωμάτωση, το Κράτος, και το βιομηχανικό σύστημα θεσμοθετήσουν την αδικία του.
Αυτή η ασθένεια της λογικής, η οποία ερμηνεύει την πραγματικότητα σαν μια συγχώνευση των εργαλείων, των πόρων, και των μέσων, προσθέτει ένα πρωτοφανές και ανεξέλεγκτο μέτρο κυριαρχίας. Όπως και με την τεχνολογία, η οποία είναι η ενσάρκωση της λογικής ή η υλικότητα σε κάθε δεδομένη στιγμή, η «ουδετερότητα» της λογικής έλειπε εξ αρχής. Εν τω μεταξύ, μας έχουν μάθει να αποδεχόμαστε την κατάσταση μας. Είναι «η ανθρώπινη φύση» το να είσαι «δημιουργική», λέει ένα κομμάτι του ρεφρέν.
Ο καταμερισμός της εργασίας δίνει αποτελεσματική δύναμη σε κάποιους, ενώ περιορίζει ή μειώνει το πεδίο δράσης του συνόλου. Αυτό μπορεί να φανεί στην παραγωγή της τέχνης καθώς και στην τεχνολογική καινοτομία. Το διακριτικό έργο μεμονωμένων ατόμων είναι εμφανές από τις πρώτες τοιχογραφίες σπηλαίων, και η τεχνική ειδίκευση είναι μια σημαντική πτυχή της ύστερης ανάπτυξης των «σύνθετων» (δηλαδή διαστρωματωμένων) κοινωνιών. Οι καθορισμένοι ρόλοι διευκόλυναν μια ποιοτική ρήξη με τα μακροχρόνια ανθρώπινα κοινωνικά πρότυπα, σε μια εντυπωσιακά σύντομη χρονική περίοδο. Έπειτα από δύο ή τρία εκατομμύρια χρόνια με τρόπο ύπαρξης την ισότιμη τροφοσυλλογή (κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες), μέσα σε μόνο 10.000 χρόνια, ήρθε η ταχεία κάθοδος προς έναν πολιτισμένο τρόπο ζωής. Από τότε, μια συνεχώς επιταχυνόμενη πορεία κοινωνικής και οικολογικής καταστροφής βρίσκεται σε κάθε σφαίρα της ζωής.
Είναι επίσης αξιοσημείωτο πόσο πλήρης ήταν η εμπειρία του πολιτισμού από τα πρώτα του στάδια. Το βιβλίο «Domestication of Metal» [στα ελληνικά, η εξημέρωση του μετάλλου] της K. Aslihan Yener πραγματεύεται την σύνθετη βιομηχανία στην πρώτη πράξη του πολιτισμού, την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Έχει διαγράμματα με την οργάνωση και την διαχείριση της εξόρυξης και τήξης του κασσίτερου στην Ανατολία που ξεκίνησε το 8.000 π.Χ. Η αρχαιολογική απόδειξη δείχνει αναντίρρητα ότι η διάβρωση, η ρύπανση και η αποψίλωση των δασών ήταν πολύ σημαντικές συνέπειες, καθώς οι πρώιμοι πολιτισμοί τοποθετούσαν τα απόβλητα σε μεγάλο τμήμα της Μέσης Ανατολής.
Με τον πολιτισμό, όπως είναι έτσι ήταν πάντα. Το μυθιστόρημα του 1980 του Russel Hoban, «Riddley Walker», παρέχει μια έντονη ενδοσκόπηση στην λογική του πολιτισμού. Αυτό που κάποιοι αποκαλούν Πρόοδο, ο αφηγητής το χαρακτηρίζει ως Ισχύ:
«Όταν έρθει σε μένα θα το ξέρω τότε ότι η Ισχύς δεν έφυγε. Ήταν, είναι και θα είναι. Ήταν εδώ και σχεδίαζε. Η Ισχύς θέλει εσύ να φτάσεις σε αυτήν με Ισχύ. Η Ισχύς θέλει ό,τι μπορεί να γίνει, να γίνει. Η Ισχύς θέλει τα πάντα να κινούνται προς τα μπροστά.»
Η φύση του εγχειρήματος του πολιτισμού ήταν ξεκάθαρη από την αρχή. Όντας το γρήγορα επικείμενο προϊόν της γεωργίας, η εντατικοποίηση της κυριαρχίας ήταν σταθερή και σίγουρη. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα μνημεία του ανθρώπου συμπίπτουν με τα πρώτα σημάδια της εξημέρωσης (R.Bradley στο «Mither»,1998). Η θλιβερή γραμμικότητα της καταστροφής που επέφερε ο πολιτισμός στον φυσικό κόσμο έχει διακοπεί μόνο από συμπτώματα αυτοκαταστροφής στον κοινωνικό τομέα, με την μορφή των πολέμων. Και όταν ανακαλούμε με τον B.D.Smith (1995) ότι η εξημέρωση είναι «η δημιουργία μιας νέας μορφής φυτού και ζώου», γίνεται φανερό ότι η γενετική μηχανική και η κλωνοποίηση είναι κάθε άλλο παρά περίεργες εκτροπές από τον κανόνα.
Η αντίθεση με τις χιλιάδες γενιές συλλεκτικής ζωής (κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες) είναι συγκλονιστική. Δεν υπάρχει καμία αμφισβήτηση ότι αυτοί οι πρόγονοι βάζουν το μοίρασμα [sharing] στο κέντρο της ύπαρξης τους. Καθ' όλη την ανθρωπολογική λογοτεχνία, η μοιρασιά και η ισότητα είναι συνώνυμα με την κοινωνική οργάνωση των συλλεκτικών κοινωνιών, που χαρακτηρίζονται ως ομάδες από πενήντα ή λιγότερους ανθρώπους. Στην απουσία της μεσολάβησης και της πολιτικής εξουσίας, οι άνθρωποι απολάμβαναν εκφραστικούς δεσμούς πρόσωπο-με-πρόσωπο ο ένας με τον άλλον και σε οικειότητα με την φύση.
Ο Hewlett και ο Lamb (2000) διερεύνησαν τα επίπεδα εμπιστοσύνης και συμπόνιας σε μια ομάδα Aka από (τροφο)συλλέκτες [foragers] στην κεντρική Αφρική. Κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η φυσική και συναισθηματική εγγύτητα μεταξύ των παιδιών και των ενηλίκων Aka είναι στενά συνδεδεμένη με τον αγαθό προσανατολισμό τους για τον κόσμο. Αντιστρόφως, ο λαός Aka βλέπει το περιβάλλον του ως γενναιόδωρο και υποστηρικτικό, τουλάχιστον εν μέρει, εξ αιτίας των απεριόριστων δεσμών μεταξύ τους. Ο Colin Turnbull παρατήρησε μια πολύ παρόμοια πραγματικότητα μεταξύ των Mbuti στην Αφρική, οι οποίοι απηύθυναν χαιρετισμούς «στην Μητέρα Δάσος, στον Πατέρα Δάσος».
Η γεωργία είναι το θεμελιακό μοντέλο για όλο τον συστηματικό απολυταρχισμό που ακολούθησε, ασφαλώς συμπεριλαμβανομένου του καπιταλισμού, και για την έναρξη της υποταγής των γυναικών. Οι πρώτοι οικισμοί γεωργίας περιείχαν «τόσο πολλούς όσο 400 ανθρώπους» (Mithen και άλλοι, 2000). Γνωρίζουμε ότι η αύξηση του πληθυσμού δεν ήταν η αιτία της γεωργίας, αλλά το αποτέλεσμα της - αυτό υποδηλώνει μια βασική δυναμική του πληθυσμιακού προβλήματος. Φαίνεται ότι οι κοινωνίες που οργανώθηκαν σε μια πραγματικά ανθρώπινη κλίμακα, έπεσαν θύματα των απαιτήσεων της εξημέρωσης. Πιθανόν να ισχύει πως μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα του υπερπληθυσμού του πλανήτη μόνο με την αφαίρεση της ριζικής αιτίας της βασικής αποξένωσης που έχουμε ο ένας με τον άλλον. Με την έλευση της εξημέρωσης, η αναπαραγωγή δεν ήταν μόνο οικονομική ανταμοιβή - προσέφερε επίσης μια αποζημίωση ή παρηγοριά για όλα αυτά που είχαν εξαλειφθεί από τον πολιτισμό.
Εν μέσω των τυποποιημένων πειθαρχικών συνεπειών των σημερινών συστημάτων της τεχνολογίας και του κεφαλαίου, υποβαλλόμαστε σε ένα πρωτοφανή καταιγισμό εικόνων και άλλων παραστάσεων. Τα σύμβολα έχουν παραγκωνίσει σε μεγάλο βαθμό κάθε τι πραγματικό και άμεσο, τόσο στον ημερήσιο κύκλο των διαπροσωπικών αλληλεπιδράσεων όσο και στην επιταχυνόμενη εξαφάνιση της φύσης. Αυτή η κατάσταση είναι γενικά αποδεκτή ως αναπόφευκτη, ειδικά αφού η ληφθείσα σοφία υπαγορεύει ότι ο συμβολισμός είναι το πρωτεύον, καθορίζοντας την ποιότητα ενός ανθρώπινου όντος. Μαθαίνουμε ως παιδιά ότι όλη η συμπεριφορά, και του ίδιου του πολιτισμού, βασίζεται στον χειρισμό των συμβόλων - αυτό το χαρακτηριστικό είναι που μας ξεχωρίζει από τα απλά ζώα.
Αλλά μια κοντινή ματιά στον Homo [σ.τ.μ.: εννοώντας τον άνθρωπο πιθανόν] κατά την διάρκεια πολλών, πολλών χιλιετιών προκαλεί την αμειλικτότητα [inexorability] ή την «φυσικότητα» της κυριαρχίας των συμβόλων στις ζωές μας σήμερα. Νέες ανακαλύψεις φτάνουν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων με αυξανόμενη συχνότητα. Οι αρχαιολόγοι βρίσκουν πως πριν από περισσότερο από ένα εκατομμύριο χρόνια, οι άνθρωποι ήταν όσο έξυπνοι είμαστε και εμείς - παρά το γεγονός ότι οι παλαιότερες ενδείξεις μέχρι σήμερα κάποιας συμβολικής δραστηριότητας (ειδώλια, τοιχογραφίες σε σπήλαια, τελετουργικά αντικείμενα, χρονικές καταγραφές, κ.α.) χρονολογούνται μόνο 40.000 χρόνια πίσω περίπου. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν την φωτιά για το μαγείρεμα πριν από 1,9 εκατομμύρια χρόνια - και κατασκεύασαν και έπλευσαν πλοιάρια τουλάχιστον πριν από 800.000 χρόνια!
Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ήταν πολύ έξυπνοι: παρ' όλ' αυτά δεν άφησαν κανένα απτό ίχνος συμβολικής σκέψης μέχρι σχετικά πρόσφατα. Επίσης, αν και οι πρόγονοι μας πριν ένα εκατομμύριο χρόνια είχαν το I.Q. για να υποδουλώσουν ο ένας τον άλλον και να καταστρέψουν τον πλανήτη, δεν το έπραξαν, μέχρι που ήρθε ο συμβολικός πολιτισμός. Αυτοί που τάσσονται υπέρ του πολιτισμού κάνουν μια συντονισμένη προσπάθεια για να βρουν στοιχεία χρησιμοποίησης συμβόλων σε προγενέστερη εποχή, κινούμενοι παράλληλα με την ανεπιτυχή προσπάθεια των πρόσφατων δεκαετιών για να εντοπίσουν στοιχεία που θα ανατρέψουν το νέο ανθρωπολογικό πρότυπο της προ-γεωργικής αρμονίας και ευημερίας. Μέχρι στιγμής, οι αναζητήσεις τους δεν έχουν καρποφορήσει.
Υπάρχει ένα τεράστιο χρονικό κενό μεταξύ σαφών ενδείξεων ψυχικής ικανότητας και σαφών ενδείξεων για οποιοδήποτε συμβολισμό. Αυτή η απόκλιση γεννά σοβαρές αμφιβολίες σχετικά με την καταλληλότητα του ορισμού του ανθρώπου ως κατ' ουσίαν κατασκευαστή συμβόλων. Η εμφανής αντιστοιχία μεταξύ των απαρχών της αντιπροσώπευσης και των απαρχών του τι είναι ανθυγιεινό για το είδος μας φαίνεται να είναι ακόμα πιο σημαντικό. Οι βασικές ερωτήσεις λίγο πολύ διατυπώνονται από μόνες τους.
Μια τέτοια ερώτηση αφορά την φύση της αντιπροσώπευσης. Ο Foucault υποστήριξε ότι η αντιπροσώπευση περιλαμβάνει πάντα μια σχέση εξουσίας. Ίσως να υπάρχει σύνδεση μεταξύ της αντιπροσώπευσης και της ανισορροπίας της εξουσίας που δημιουργείται όταν ο καταμερισμός της εργασίας καταλαμβάνει την ανθρώπινη δραστηριότητα. Στο ίδιο πνεύμα, είναι δύσκολο να δούμε πως μεγάλα κοινωνικά συστήματα θα μπορούσαν να είχαν προκύψει σε περίπτωση απουσίας του συμβολικού πολιτισμού. Τουλάχιστον, φαίνεται ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα.
Ο Jack Goody (1997) αναφέρθηκε στην «συνεχόμενη πίεση για την εκπροσώπηση». Μαζί με μια εύκολα αναγνωρίσιμη παρόρμηση για επικοινωνία, δεν υπάρχει επίσης κάτι λιγότερο θετικό σε εξέλιξη; Για όλες αυτές τις γενιές πριν τον πολιτισμό, οι λαοί κάναν πολλά πράγματα με το μυαλό τους -συμπεριλαμβανομένης της επικοινωνίας- αλλά δεν έκαναν συμβολισμούς για αυτό. Η εκ νέου παρουσίαση της πραγματικότητας περιλαμβάνει μια κίνηση προς ένα ολοκληρωμένο, κλειστό σύστημα, του οποίου η γλώσσα είναι το πιο προφανές παράδειγμα και πιθανότατα το αρχικό παράδειγμα. Εξ ου και αυτή η θέληση για την δημιουργία συστημάτων, για να ονομάζουμε και να μετράμε; Γιατί αυτή η διάσταση, που μοιάζει ύποπτα με την εργαλειακή λογική, με τον κατ' ουσίαν κυριαρχικό πυρήνα;
Η γλώσσα απεικονίζεται συνήθως ως ένα φυσικό και αναπόφευκτο μέρος της εξέλιξης μας. Όπως ο καταμερισμός της εργασίας, οι τελετουργίες, η εξημέρωση, η θρησκεία; Ολοκληρώνοντας αυτή την εξέλιξη βλέπουμε πως το τέλος της βιόσφαιρας και η πλήρης αποξένωση είναι παρομοίως «φυσικά» και «αναπόφευκτα». Το αν μπορεί να υπάρξει διέξοδος από την συμβολική τάξη ή όχι είναι το ερώτημα που επείγει.
«Εν αρχή ην ο Λόγος» - η σύγκληση του συμβολικού τομέα. Μετά την ανάκληση της ελευθερίας της Εδέμ, ο Αδάμ ονόμασε τα ζώα και τα ονόματα «ήταν» τα ζώα. Με τον ίδιο τρόπο, ο Πλάτων έκρινε ότι η λέξη δημιουργεί το πράγμα. Υπάρχει μια στιγμή γλωσσικής συμφωνίας, και από εκεί και πέρα ένα κατηγοριοποιημένο πλαίσιο επιβάλλεται σε όλα τα φαινόμενα. Αυτή η συμφωνία προσπαθεί να παρακάμψει το «προπατορικό αμάρτημα» της γλώσσας, που είναι ο διαχωρισμός του λόγου και του κόσμου, των λέξεων και των πραγμάτων.
Πολλές γλώσσες ξεκινούν πλούσιες σε ρήματα, αλλά σταδιακά αναιρούνται από τον πιο κοινό ιμπεριαλισμό του ουσιαστικού. Αυτό κινείται παράλληλα με την κινητικότητα προς σε έναν σταθερά πιο πραγμοποιημένο [reified] κόσμο, εστιάζοντας σε αντικείμενα και σε στόχους εις βάρος της διαδικασίας. Με παρόμοιο τρόπο, ο έντονος νατουραλισμός των τοιχογραφίιών των σπηλαίων, δίνει την θέση του σε μια φτωχή, στιλιστική αισθητική. Και στις δύο περιπτώσεις, η συμβολική συμφωνία έχει εξωραϊστεί από την υπόσχεση ενός δελεαστικού πλούτου, αλλά σε κάθε περίπτωση τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα είναι θανάσιμα. Μπορεί οι συμβολικοί τρόποι να ξεκινούν με κάποια φρεσκάδα και ζωντάνια, αλλά τελικά αποκαλύπτουν την πραγματική φτώχεια τους, την εσωτερική λογική τους.
Η έμφυτη αισθησιακή οξύτητα των ανθρώπινων βρεφών σταδιακά ατροφεί καθώς μεγαλώνουν και αναπτύσσονται σε αλληλεπίδραση με έναν συμβολικό πολιτισμό που συνεχίζει να διεισδύει και να μονοπωλεί τις περισσότερες πτυχές της ζωής μας. Λίγα υπολείμματα των αδιαμεσολάβητων, η αμεσότητα, επιβιώνουν ακόμα. Ο έρωτας, οι στενές σχέσεις, η βύθιση στην άγρια φύση, και η εμπειρία της ζωής και του θανάτου ξυπνούν τις αισθήσεις και την νοημοσύνη μας, ερεθίζοντας μια ασυνήθιστη πείνα. Ποθούμε κάτι άλλο από τον πενιχρό, τεχνητό κόσμο της αντιπροσώπευσης, με την μεταχειρισμένη της ωχρότητα.
Η επικοινωνία παραμένει ανοιχτή για αυτές τις αναζωογονητικές λάμψεις που περνούν, μη λεκτικά, μεταξύ των ανθρώπων. Όλα τα δύστροπα, τσακισμένα [crimbed], εξαρτημένα [conditioned] κανάλια μπορούν να χτυπηθούν, επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε με ό,τι είναι διαθέσιμο. Καθώς τα επίπεδα του πόνου, της απώλειας, και της κενότητας αυξάνονται, η κυρίαρχη μηχανή [apparatus] βγάζει προς τα έξω ακόμα πιο πολλά δυσάρεστα, ανυπόστατα ψέματα.
Αναφερόμενος στην τηλεπάθεια, ο Sigmund Freud έγραψε στο «New Introductory Lectures on Psychoanalysis» πως «κάποιος μπορεί να οδηγηθεί στην υποψία ότι αυτή είναι η πρωτότυπη, αρχαϊκή μέθοδος επικοινωνίας». Εκπολιτισμένος ολότελα, ο Freud δεν εξυμνούσε αυτή την υποψία, και έδειχνε να φοβάται την δύναμη της ζωής που συνόδευε τέτοιες μη-πολιτισμικές δυναμικές. Ο Laurens van der Post (π.χ. The Lost World of the Kalahari, 1958) αναφέρθηκε σε αρκετές από πρώτο χέρι παρατηρήσεις τηλεπαθητικής επικοινωνίας, πάνω από σημαντικές αποστάσεις, μεταξύ των ανθρώπων που λέγονταν «βουσμάνοι». Ο M. Pobers και ο Richard St.Barbe Baker, που επίσης γράφανε στην δεκαετία του 1950, ήταν μάρτυρες τηλεπάθειας αυτόχθονων λαών πριν αποικιστούν από τον πολιτισμό. Αυτό το αναφέρω εν παρόδω σαν μια ματιά της πραγματικότητας του μη-συμβολισμού, μια άμεση επικοινωνία που στην πραγματικότητα υπήρχε πριν από λίγο καιρό, και που θα μπορούσε να αναβιώσει μέσα από τα ερείπια της αντιπροσώπευσης.
Η γλώσσα και η τέχνη μπορεί αρχικά να εμφανίστηκαν και να ενώθηκαν στην τελετουργία, μια πολιτιστική καινοτομία που προόριζε την γεφύρωση ενός νέου διαχωρισμού μεταξύ των ανθρώπων και του κόσμου τους. Ο όρος «ανιμισμός» χρησιμοποιείται συχνά, περιφρονητικά ή ακόμα και υποτιμητικά, για να περιγράψει την πεποίθηση πως τα μη-ανθρώπινα όντα και ακόμα και τα αντικείμενα κατοικούνται από «πνεύματα».
Όπως ο όρος «αναρχισμός» είναι μια συνοπτική περιγραφή της αναρχίας, μια διάπεραστική θέαση ή κατάσταση ύπαρξης που απορρίπτει την ιεραρχία, ο «ανιμισμός» αδυνατεί να συλλάβει την μεταμορφωτική ποιότητα μιας αμοιβαίας συνειδητότητας. Στην περίπτωση της αναρχίας, υπάρχει η επίγνωση πως το να ζεις σε ισότητα με τους άλλους ανθρώπους απαιτεί την απόρριψη κάθε μορφής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσίας και της πολιτικής εκπροσώπησης. Ο «ανιμισμός» αναφέρεται στην επέκταση αυτής της επίγνωσης και σε άλλες μορφές ζωής ακόμα και στους «άψυχους» κατοίκους του πλανήτη όπως οι πέτρες, τα σύννεφα, και τα ποτάμια. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποια λέξη που να σχετίζεται με τον ανιμισμό, ανάλογη με την αναρχία, είναι μια ένδειξη του πόσο αποστασιοποιημένοι είμαστε από αυτή την επίγνωση, στην παρούσα κατάσταση μας. Η πράσινη αναρχία δηλώνει ρητά πως η αναρχία πρέπει να αγκαλιάσει την κοινότητα των έμβιων όντων, και με αυτή την έννοια κάνει ένα βήμα προς την εκ νέου αφύπνιση αυτής της επίγνωσης.
Έχασαν οι άνθρωποι την επίγνωση του να ανήκουν σε μια γήινη κοινότητα έμβιων όντων με την έλευση της εξημέρωσης, του καταμερισμού της εργασίας, και της γεωργίας; Η κατασκευή των μνημείων και η αρχή της θυσίας ζώων και ανθρώπων τείνουν να υποστηρίξουν αυτή την υπόθεση. Χαρακτηριστικά, ο αποδιοπομπαίος τράγος είναι υπεύθυνος για την ατυχία και ταλαιπωρία της κοινότητας, ενώ οι θεμελιώδεις λόγοι για την απώλεια της κοινότητας δεν αναγνωρίζονται και δεν μετριάζονται. Η τελετουργία περιλαμβάνει «τεράστιες ποσότητες ενέργειας» («Knight in Dunbar, Knight and Power», 1999) - συνήθως είναι δυνατή, περνάει μέσα από πληθώρα μέσων, είναι συναισθηματική, και πλεονάζουσα, πιστοποιώντας σε μεγάλο βάθος την υποκείμενη κρίση.
Η μετακίνηση από τον ανιμισμό στην τελετουργία είναι παράλληλη με την μεταμόρφωση των μικρών, πρόσωπο-με-πρόσωπο ομάδων σε μεγάλες, σύνθετες κοινωνίες. Ο πολιτισμός αναλαμβάνει, με εξειδικευμένους επαγγελματίες υπεύθυνους για το βασίλειο του ιερού. Η λαχτάρα για την αρχική αίσθηση της κοινότητας με άλλα όντα και η ισότιμη οικειότητα με τους συνανθρώπους δεν μπορεί να κατευναστεί ποτέ από τις τελετουργικές δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν μέσα σε ένα ιεραρχικό κοινωνικό σύστημα. Αυτή η τάση κορυφώνεται στις διδασκαλίες των ανώτερων θρησκειών, ότι αφού το νόημα της ζωής μας δεν έχει να κάνει τίποτα με την ζωή στην γη, θα πρέπει να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας σε μια ουράνια ανταμοιβή. Αντιστρόφως, όπως περιγράφεται παραπάνω με τους Aka και τους Mbuti, αισθήματα ενότητας με την γη και όλους τους κατοίκους της, και μια αίσθηση χαράς και νοήματος για την ύπαρξη, φαίνεται να ανθίζουν όταν εμείς οι άνθρωποι ζούμε σε ισότιμες, πρόσωπο-με-πρόσωπο ομάδες.
Επιστρέφοντας στην γλώσσα, μια συμφωνημένη κοινοτοπία είναι πως η πραγματικότητα αποκαλύπτεται πάντα εγγενώς μέσω της γλώσσας - πως στην ουσία η πραγματικότητα διαμεσολαβείται καθοριστικά από την γλώσσα. Ο μεταμοντερνισμός το ξεχωρίζει αυτό με δύο τρόπους. Επειδή η γλώσσα βασικά είναι ένα αυτοαναφερόμενο σύστημα, ο μεταμοντερνισμός ισχυρίζεται, ότι η γλώσσα δεν μπορεί πραγματικά να περιλαμβάνει νόημα. Ακόμη, υπάρχει μόνο η γλώσσα (όπως υπάρχει μόνο πολιτισμός) - δεν υπάρχει διαφυγή από έναν κόσμο που ορίζεται από γλωσσικά παιχνίδια (και κυριαρχία). Αλλά αρχαιολογικές και εθνογραφικές αποδείξεις δείχνουν καθαρά ότι η ανθρώπινη ζωή έχει υπάρξει εκτός από την εκπροσώπηση, και τίποτα δεν αποκλείει οριστικά απ' τους ανθρώπους να ζήσουν με αυτόν τον τρόπο και πάλι - ωστόσο ευλαβικά οι μεταμοντερνιστές, στην διευκόλυνση τους προς στο σύστημα, μπορεί να εύχονται ότι αυτό απλά δεν μπορεί να υπάρξει.
Το απόλυτο στην εκπροσώπηση είναι η τρέχουσα «κοινωνία του θεάματος» που περιγράφτηκε τόσο ζωντανά από τον Guy Debord. Εμείς τώρα καταναλώνουμε την εικόνα της ζωής - η ζωή έχει περάσει στο στάδιο της αντιπροσώπευσής της, ως θέαμα. Την ίδια στιγμή που η τεχνολογία προσφέρει εικονική πραγματικότητα στο άτομο, το σύνολο των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης δημιουργεί μια εικονική κοινότητα, μια προηγμένη συμβολική κατάσταση παθητικής κατανάλωσης και διδασκόμενης ανικανότητας.
Αλλά ο ισολογισμός για την άρχουσα τάξη δείχνει μια μικτή πρόβλεψη. Για παράδειγμα, η αντιπροσώπευση στον πολιτικό τομέα γνώρισε σκεπτικισμό και απάθεια παρόμοια με αυτή που προέκυπτε από την αντιπροσώπευση σε γενικές γραμμές. Υπήρξε ποτέ τόσο αδιάκοπη γκρίνια για την δημοκρατία, και λιγότερο πραγματικό ενδιαφέρον για αυτήν; Το να εκπροσωπείς ή να εκπροσωπείσαι είναι μια αθλιότητα, μια υποβάθμιση, τόσο με την έννοια του συμβολικού πολιτισμού όσο και από την άποψη της εξουσίας.
Η δημοκρατία είναι, φυσικά, μια μορφή κυβέρνησης. Οι υποστηρικτές της αναρχίας θα πρέπει να το ξέρουν αυτό, παρόλο που οι αριστεροί δεν έχουν κανένα πρόβλημα με την διακυβέρνηση. Οι αναρχοσυνδικαλιστές και άλλοι κλασσικοί αναρχικοί δεν καταφέρνουν να αμφισβητήσουν οποιονδήποτε από τους πιο θεμελιώδεις θεσμούς, όπως ο καταμερισμός της εργασίας, η εξημέρωση, η κυριαρχία πάνω στην φύση, η Πρόοδος, η τεχνολογική κοινωνία, κτλ.
Για να παραθέσω τον Riddley Walker ξανά, ως αντίδοτο: «μπορούσα να αισθανθώ κάτι να μεγαλώνει μέσα μου, ήταν σαν μια πράσινη θάλασσα που ξεχυνόταν μέσα μου και έλεγε, ΞΕΧΝΑ ΤΟ. Έλεγε, ΠΑΡΑΤΑ ΤΟ. Έλεγε, Η ΜΟΝΗ ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΜΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ». Η καρδιά της αναρχίας.
Ο Heidegger, στο «Discourse on Thinking», υποστήριξε πως μια στάση «ανοίγματος στο μυστήριο» υπόσχεται «νέο έδαφος και θεμέλια πάνω στο οποία μπορούμε να σταθούμε και να αντέξουμε στον κόσμο της τεχνολογίας χωρίς να απειλούμαστε από αυτόν». Ένας αντιεξουσιαστικός προσανατολισμός δεν αποτελείται από αυτήν την παθητική στάση, με την αλλαγή μόνο της συνείδησης μας. Αντιθέτως, η τεχνολογία και ο συνεργός της, ο πολιτισμός, πρέπει να αντιπαραβληθούν από μια αποφασιστική αυτονομία και άρνηση που εξετάζει όλη την έκταση της ανθρώπινης παρουσίας και απορρίπτει όλες τις διαστάσεις της αιχμαλωσίας και της καταστροφής.