Το παρακάτω κείμενο πρωτοεμφανίστηκε σε ένα ειδικό αντι-πυρηνικό τεύχος του αντιεξουσιαστικού περιοδικού Fifth Estate στις 8 Απρίλη 1979. Είχε γραφτεί έναν χρόνο νωρίτερα, μετά από ένα ατύχημα στον πυρηνικό αντιδραστήρα του Three Mile Island στην ανατολική Pennsylvania. Καθώς τα νέα για το ατύχημα γίνονταν γνωστά, οι επίσημες αρχές επέμεναν: «Δεν υπάρχει λόγος υπερβολής, η κατάσταση είναι σταθερή, οι αρχές έχουν τον πλήρη έλεγχο», όμως τελικά οι άνθρωποι που ζούσαν κοντά στο εργοστάσιο αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις κατοικίες τους. Εδώ ο Fredy Perlman μας υπενθυμίζει πώς επέδρασαν στους κατοίκους οι καταστροφές, οι υποσχέσεις και η αστυνομική παρέμβαση που πάντοτε συνοδεύουν το Κεφάλαιο.
Η συνειδητή δηλητηρίαση των ανθρώπινων όντων, του εδάφους και των άλλων ζωικών ειδών μπορεί μόνο επιστρατεύοντας την πιο χονδροειδή υποκρισία να ονομαστεί «ατύχημα». Μόνον όποιος κλείνει τα μάτια του μπροστά στην πραγματικότητα μπορεί να ισχυρίζεται ότι αυτή η συνέπεια της Τεχνικής Προόδου δεν είχε «προβλεφθεί».
Η μόλυνση και η εξάλειψη κάθε ζωής που κατοικούσε την ήπειρο στο όνομα «ανωτέρων όντων» μπορεί να ξεκίνησε στην Ανατολική Pennsylvania, αλλά όχι στις τελευταίες βδομάδες.
Δυο αιώνες πριν, στην περιοχή που τελευταία δηλητηριάστηκε από τη ραδιενέργεια του Three Mile Island, κερδοσκόποι με ονόματα όπως Franklin, Morris, Washington και Hale αναγκάζονταν να κρυφτούν πίσω από ταμπέλες όπως η εταιρία Vandalia και η εταιρία Ohio. Οι εταιρίες αυτές είχαν έναν σκοπό: να πουλήσουν τη γη για το κέρδος. Τα υποκείμενα πίσω από τις εταιρίες αυτές είχαν έναν στόχο: να απομακρύνουν κάθε εμπόδιο που έμπαινε στο δρόμο της ελεύθερης ανάπτυξης της κερδοφορίας, είτε τα εμπόδια αυτά ήταν ανθρώπινα είτε χιλιετείς πολιτισμοί είτε δάση, ζώα ή ακόμα χείμαρροι και βουνά. Ο στόχος τους ήταν να Εκπολιτίσουν την ήπειρο, να την εισάγουν σε έναν κύκλο δραστηριοτήτων που ποτέ πριν δεν εφαρμόζονταν εδώ: Εργασία, Αποταμίευση, Επένδυση, Αγοραπωλησίες ο κύκλος της αναπαραγωγής και της επέκτασης του Κεφαλαίου.
Το κύριο εμπόδιο σ αυτή τη διαδικασία συνίστατο στα ανθρώπινα όντα που είχαν ζήσει σ αυτήν την ήπειρο για χιλιετίες και οι οποίοι, χωρίς Νομοθεσίες ή Κυβερνήσεις ή Εκκλησίες, απολάμβαναν τον ήλιο, τα ρυάκια, τους δασότοπους, τα διάφορα είδη φυτών και ζώων, και ο ένας τον άλλον. Αυτοί οι άνθρωποι θεωρούσαν τη ζωή αυτοσκοπό, κι όχι ένα μέσο που οφείλει να τεθεί στην υπηρεσία «ανώτερων» σκοπιμοτήτων. Δεν προσέγγισαν τον Πολιτισμό, όπως τα περίεργα παιδιά ένα βάζο με μαρμελάδα, όπως θα περίμεναν οι Φρανκλίνοι και οι Ουάσιγκτον. Αντιθέτως
Δεν ήθελαν σχεδόν τίποτα από όσα είχε να τους δώσει ο Πολιτισμός. Ήθελαν ίσως κάποια από τα όπλα, κι αυτά μόνο για να υπερασπιστούν την ελευθερία τους ενάντια στην περαιτέρω εξάπλωση του Πολιτισμού. Προτιμούσαν τον θάνατο από μια ζωή περιορισμένη στην Εργασία, την Αποταμίευση, τις Επενδύσεις και τις Αγοραπωλησίες. Σε μια τελική απεγνωσμένη απόπειρα να εκδιώξουν τον Πολιτισμό και τα Πλεονεκτήματά του πέρα από τη θάλασσα, σε μια εξέγερση που πλέον τη θυμόμαστε σαν όνομα ενός αυτοκινήτου, οι πολεμιστές τους αντιστάθηκαν στους άρπαγες της γης και τους μισθοφόρους τους από το Ontario, το Michigan, το Ohio και τη δυτική Pennsylvania. Γι αυτήν την αδιάλλακτη αντίστασή τους κέρδισαν από τους Πολιτισμένους τον τίτλο του Άγριου. Η ονομασία αυτή έδωσε στους Εκπολιτιστές το άλλοθι να τους εξολοθρεύσουν χωρίς δισταγμούς ή τύψεις: «Στείλτε τους κουβέρτες με ευλογιά», διέταξε ένας από τους διοικητές της εξολόθρευσης.
Τα πρόσφατα εορτασμένα 200 χρόνια της αμερικανικής ανεξαρτησίας μνημονεύουν την ημέρα που, δέκα χρόνια νωρίτερα, οι άρπαγες της γης, οι κερδοσκόποι και οι σύμμαχοί τους, αποφάσισαν να επιταχύνουν την εξολόθρευση της ανεξαρτησίας της περιοχής δυτικά του Three Mile Island. Ο βασιλική εξουσία ήταν πολύ μακριά για να προστατεύει κατάλληλα τις επενδύσεις, και σε κάθε περίπτωση φεουδαρχική, και δεν συμφωνούσε πάντα με τις επιδιώξεις των κερδοσκόπων. Αποτραβήχτηκε ακόμα περισσότερο, σε βαθμό να ενισχύσει τα σύνορα που συμφωνήθηκαν κατόπιν συνθηκών με τους Άγριους. Αυτό που χρειαζόταν ήταν ένα αποτελεσματικό όργανο κάτω από τον άμεσο έλεγχο των αρπάγων της γης και αφιερωμένο αποκλειστικά στην ευημερία των επιχειρήσεών τους. Άτυπες οργανώσεις της συνοριακής αστυνομίας όπως οι Paxton Boys ήταν πάντα ικανές για να σφάζουν ιθαγενείς κατοίκους απομονωμένων χωριών όπως η Conestoga. Τέτοιοι όμως σχηματισμοί των συνόρων ήταν πολύ μικροί και προσωρινοί, και σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένοι από την ενεργή συναίνεση κάθε συμμετέχοντα, όπως και από τους ίδιους τους ιθαγενείς μαχητές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν αποτελούσαν ούτε καν κατάλληλες αστυνομικές οργανώσεις. Οι κερδοσκόποι συμμάχησαν με τους ιδεαλιστές και τους ονειροπόλους, και πίσω από συνθήματα για Ελευθερία, Ανεξαρτησία και Ευτυχία, πήραν την κυβερνητική, στρατιωτική και αστυνομική εξουσία στα χέρια τους.
Ενάμιση αιώνα πριν, ένα πιο αποτελεσματικό όργανο για την ανάπτυξη του Κεφαλαίου, ήταν σε πλήρη ανάπτυξη. Οι στρατιωτικές και αστυνομικές οργανώσεις βασισμένες στην υπακοή και την υποταγή, κι όχι στην ενεργή συναίνεση, ήταν έτοιμες πλέον να δράσουν εναντίον των ανθρώπων που αντιστέκονταν σε ένα τέτοιο καθεστώς για 20.000 χρόνια, αν όχι για περισσότερα. Το Κογκρέσο πέρασε μια από τις πιο επιδεικτικές νομοθεσίες του: τον Νόμο Απομάκρυνσης των Ινδιάνων. Μέσα σε μερικά χρόνια, κάθε αντίσταση, κάθε δραστηριότητα που δεν ήταν μια δραστηριότητα του Κεφαλαίου, εξορίστηκε από ολόκληρη την περιοχή από το Three Mile Island μέχρι τον Μισισιπή, κι από τα νότια του Michigan μέχρι τη Georgia. Η Κυβέρνηση, που γρήγορα έγινε μια από τις πιο ισχυρές του κόσμου, δεν είχε διστάσει ως τώρα να δηλητηριάσει με ευλογιά ή να κατασφάξει τους χωρικούς. Η Απομάκρυνσή τους συνδυάστηκε με έναν συνδυασμό από καταστροφές, εξαγγελίες και αστυνομικές παρεμβάσεις. Οι εναπομείναντες ελεύθεροι ιθαγενείς δεν μπόρεσαν να αντισταθούν σε αυτόν τον συνδυασμό χωρίς να τον αποδεχτούν, αλλά δεν μπορούσαν και να τον αποδεχτούν χωρίς να πάψουν να είναι ελεύθεροι. Επέλεξαν να παραμείνουν ελεύθεροι, να παραμείνουν οι τελευταίοι άνθρωποι μεταξύ του Three Mile Island και του Μισισιπή, και ως τέτοιοι «απομακρύνθηκαν».
Καθώς οι έποικοι προχώρησαν στα απελευθερωμένα εκκενωμένα εδάφη όπου ακόμα κι ο αέρας που ανέπνεαν τους έδινε μια γεύση της πρόσφατα εξολοθρευμένης ελευθερίας, μεταμόρφωσαν τους απέραντους δασότοπους σε μεγεθυσμένες αντιγραφές της κόλασης την οποία είχαν αφήσει πίσω τους. Η απόλαυση των μονοπατιών και των δασών σταμάτησε: τα δάση κάηκαν, τα μονοπάτια έδωσαν τη θέση τους σε λεωφόρους που θα διασχίζονταν όσο γρηγορότερα επίτασσε η κυκλοφορία του Κεφαλαίου. Η ευτυχία έπαυσε να αποτελεί το σκοπό της ζωής: η ίδια η ζωή έγινε απλά το μέσο, ο σκοπός έγινε το κέρδος. Η ποικιλία εκατοντάδων κουλτούρων μειώθηκε στην ομοιομορφία μιας μοναδικής ρουτίνας: Εργασία, Αποταμίευση, Επενδύσεις, Αγοραπωλησίες, κάθε μέρα, από την αυγή ως τη δύση, και μετά τη δύση μέτρημα του χρήματος. Κάθε προηγούμενη δραστηριότητα, και κάθε ίχνος νέας, μετασχηματίστηκε από πηγή ευτυχίας σε πηγή κέρδους. Το καλαμπόκι, τα φασόλια, ο χυλός, οι «τρεις αδερφές» που σέβονταν και αγαπούσαν οι προηγούμενοι κάτοικοι της περιοχής, έγιναν απλά εμπορεύματα προς πώληση στις αγορές τροφίμων. Οι σπορείς και οι συλλέκτες τους δεν τα καλλιεργούσαν πια για να τους ευχαριστούν στα γεύματά τους, τις γιορτές και τις τελετές τους, αλλά για να τα πουλήσουν για κέρδος. Η ευχάριστη τεμπελιά της κηπουρικής αντικαταστάθηκε με τη σκληρή δουλειά του γεωργού, τα μονοπάτια έδωσαν τη θέση τους στις ράγες του σιδηροδρόμου, το περπάτημα περιορίστηκε από την κυκλοφορία γιγαντιαίων τροχοφόρων που κινούνταν με κάρβουνο, τα κανό παραμερίστηκαν από πλωτές πόλεις που δε σταματούσαν πουθενά προκειμένου να γεμίσουν τον αέρα με τα προϊόντα των καύσεών τους, και τους μαύρους καπνούς τους. Οι «τρεις αδερφές», μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια, υποβαθμίστηκαν σε απλά εμπορεύματα, όπως επίσης τα δένδρα που έγιναν ξυλεία, τα ζώα που έγιναν κρέας, κι ακόμα τα ταξίδια, τα τραγούδια, οι μύθοι και οι ιστορίες των νέων κατοίκων της ηπείρου.
Και οι νέοι κάτοικοι ήταν εκεί: στην αρχή εκατοντάδες, έπειτα χιλιάδες, τελικά εκατομμύρια. Όταν η εισαγωγή σκλάβων πήρε τέλος, εισήχθηκε το πλεόνασμα πληθυσμού από τις παρακμάζουσες δυνάμεις της μετα-φεουδαρχικής Ευρώπης. Οι πρόγονοί τους αγνοούσαν την ελευθερία για τόσο πολλές γενιές, που ακόμα και η ανάμνησή της είχε εξαλειφθεί από την μνήμη τους. Οι έποικοι, πρώην εργάτες γης ή εργαζόμενοι σε ιδιοκτησίες που ολοένα και ταχύτερα μετατρέπονταν σε εταιρίες, κατέφταναν εκπαιδευμένοι ήδη ώστε να αποζητούν αυτά ακριβώς που μπορούσε να τους παρέχει το Κεφάλαιο, κι έτσι η υποβάθμιση της ζωής που επέβαλλε το Κεφάλαιο τους φάνηκε ως ελευθερία συγκρινόμενη με τα δεδομένα των προηγούμενων περιορισμένων εμπειριών τους.
Πούλησαν τις ιδιοκτησίες τους σε επενδυτές γης, μεταφέρονταν σ’ αυτές χάρη στους επενδυτές του σιδηροδρόμου, εξόπλιζαν τα αγροκτήματά τους χάρη στους τραπεζικούς επενδυτές, επίπλωση και ένδυση παρείχαν τα ίδια συμφέροντα, συχνά οι ίδιοι επιχειρηματικοί Οίκοι που τους εξασφάλιζαν το οτιδήποτε, σε μια κλίμακα κέρδους που καμιά προηγούμενη εποχή δε θα θεωρούσε «δίκαιο», κι όμως έγραφαν περήφανοι στους συγγενείς τους στον παλιό κόσμο ότι είχαν γίνει κύριοι του εαυτού τους, ότι ήταν πια ελεύθεροι καλλιεργητές, όμως στο άδειο τους στομάχι και στον ασθενικό χτύπο της καρδιάς τους αισθάνονταν την αλήθεια: ήταν υποδουλωμένοι σε ένα αφεντικό ακόμα πιο δυσδιάκριτο, απάνθρωπο και αφηρημένο απ’ ότι οι παλιοί τους αφέντες, ένα αφεντικό που η δολοφονική του εξουσία, όπως η ραδιενέργεια, μπορούσε ίσως να γίνει αισθητή αλλά όχι άμεσα ορατή. Είχαν μετατραπεί σε δουλοπάροικους του Κεφαλαίου. (Κι όσο για κείνους που ωθούνταν ως «ανειδίκευτοι βοηθοί» ή «εργατικά χέρια» στις φάμπρικες που παρήγαγαν τα μέσα και τους σιδηροδρόμους: αυτοί δεν είχαν και πολλά για να καυχηθούν στα γράμματά τους, απ’ όπου κι αν είχαν ξεκινήσει ανέπνεαν τουλάχιστον καθαρότερο αέρα).
Έναν αιώνα μετά την εξέγερση που συνδέθηκε με το όνομα Pontiac, ένας αιώνας γεμάτος με απεγνωσμένη αντίσταση από του επιγόνους του Pontiac ενάντια στην περαιτέρω διείσδυση του Κεφαλαίου, και κάποιοι από τους εποίκους καλλιεργητές ξεκίνησαν να μάχονται ενάντια στον περιορισμό τους σε υπηρέτες του σιδηροδρόμου, των υποδομών και του πιστωτικού Κεφαλαίου. Κάποιοι λαϊκιστές αγρότες, βάλθηκαν να συλλάβουν και να φυλακίσουν τους Rockefellers, τους Morgans, και τους Goulds που ευθύνονται άμεσα για την υποβάθμισή τους, αλλά η εξέγερσή τους ήταν μόνο μια αποδυναμωμένη ηχώ της πρότερης ανταρσίας των Ottowas, Chippewas, Delawares και Potawatomies. Οι αγρότες στράφηκαν ενάντια στις προσωπικότητες αλλά εξακολούθησαν να συμμερίζονται την κουλτούρα που ευθυνόταν για την υποβάθμισή τους. Συνεπώς, απέτυχαν να ενωθούν, αλλά ακόμα και να αναγνωρίσουν ως δική τους, την ένοπλη αντίσταση των ανθρώπων των πεδιάδων, των τελευταίων που υπερασπίστηκαν εξ’ ολοκλήρου την ήπειρο ενάντια στην μετατροπή της σε ένα νησί του Κεφαλαίου. Ένας αγώνας που τσακίστηκε βάσει της μεθοδολογίας των αρχαίων Ασσυρίων (αλλά και των σύγχρονων σοβιετικών) των μαζικών εκτοπισμών, των στρατοπέδων συγκέντρωσης, των σφαγών αμάχων και μιας ακατάπαυστης πλύσης εγκεφάλου μέσω στρατιωτικών και ιεραποστολικών οργάνων.
Όσο μαχητικοί και θαρραλέοι κι αν υπήρξαν μερικοί από αυτούς, οι αγωνιζόμενοι καλλιεργητές σπάνια έθεταν την απόλαυση και τη ζωή πάνω από την εργασία, την αποταμίευση και το κέρδος, και το κίνημά τους εκτροχιάστηκε όταν ριζοσπάστες πολιτικοί διείσδυσαν σ αυτό και εξίσωσαν την επιθυμία για μια νέα ζωή με μια επιθυμία για έναν νέο Ηγέτη. Η μορφή της εκτροχίασης του Λαϊκιστικού κινήματος έγινε η μορφή που πήρε το εργατικό κίνημα στον αιώνα που ακολούθησε. Οι πολιτικοί που έσκαψαν το λάκκο του λαϊκισμού ήταν οι πρωτεργάτες της ατελείωτης διάσπασης σε ιεραποστολικές σέχτες, βασισμένες οργανωτικά στα πρότυπα της Ιησουσίτικης Τάξης αλλά υιοθετώντας τα δόγματα του ενός ή του άλλου κομμουνιστικού, σοσιαλιστικού ή αναρχικού Βιβλίου. Έτοιμοι να μεταπηδήσουν ανά πάσα στιγμή οπουδήποτε βρίσκονταν άνθρωποι που πάλευαν για ν ανακτήσουν την ίδια την ανθρωπιά τους, καπέλωναν την μια μετά την άλλη εξέγερση με τα δόγματά τους, τις οργανώσεις τους και την ηγεσία τους που επιβάλλονταν στους ανθρώπους που μάχονταν για τη ζωή. Αυτοί οι παλιάτσοι, για τους οποίους αυτό που έλειπε ήταν οι φωτογραφίες και οι ομιλίες τους στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, έγιναν τελικά καπιταλιστές που έβγαλαν στην αγορά το μόνο εμπόρευμα που είχαν στήσει στη γωνία: την εργασία.
Λίγο πριν τον ερχομό του αιώνα μας (20ου), καθώς η δυναμική αντίσταση απομακρυνόταν για πάντα, με μια ψευδο-αντίσταση που ήταν στην πραγματικότητα το εργαλείο για την τελική υποβάθμιση της ανθρώπινης δραστηριότητας σε μια ποικιλία εναλλακτικών του Κεφαλαίου, το πιο ενδεδειγμένο όργανο για την δημιουργία του κέρδους απαλλάχθηκε από κάθε εξωτερικό εμπόδιο. Είχε πάντοτε τα εσωτερικά του εμπόδια: τις διάφορες φράξιες του Κεφαλαίου, τους Vanderbilts, τους Goulds και τους Morgans, που συνεχώς έστρεφαν τα όπλα τους ο ένας προς τον άλλον έτσι ώστε ολόκληρη η οικονομική δομή να απειλείται να τιναχθεί στον αέρα από τα μέσα. Ο Rockefeller και ο Morgan πρωτοστάτησαν στη συγχώνευση, συνενώνοντας τις διάφορες φράξιες: οι εύποροι επενδυτές διαμοίραζαν τους πόρους τους ο ένας στην επιχείρηση του άλλου, οι διευθυντές άλλαζαν μεταξύ τους θέσεις, και όλοι μαζί μοιράζονταν το συμφέρον στην ανεμπόδιστη πορεία του νέου οργάνου. Με την σπάνια εξαίρεση της επιβίωσης μεμονωμένων και οικογενειακών επιχειρήσεων, οι υπόλοιπες διευθύνονταν από επενδυτικά γραφεία που διαφοροποιούνταν από τα υπόλοιπα κυρίως από το μέγεθος των επενδύσεών τους. Το καθήκον των διευθυντών ήταν να υπερπηδήσουν κάθε εμπόδιο, ανθρώπινο ή φυσικό, με έναν μόνο περιορισμό: την αποτελεσματική λειτουργία των άλλων επιχειρήσεων που συλλογικά συνιστούσαν το Κεφάλαιο.
Δυο αιώνες πριν, οι έρευνες των φυσικών και χημικών επιστημόνων στη διάθεση του Κεφαλαίου, οδήγησαν στην ανακάλυψη ότι οι πρώτες ύλες πάνω και κάτω από το έδαφος δεν ήταν και τα μόνα υλικά προς εκμετάλλευση. Φάνηκε ότι ακόμα και οι «απελευθερωμένοι» πυρήνες συγκεκριμένων ουσιών ήταν ακόμα πιο εκμεταλλεύσιμοι από το Κεφάλαιο. Η καταστροφή της ύλης σε ατομικό επίπεδο, αρχικά βρήκε την εφαρμογή της ως το πιο χυδαίο όπλο που είχαν ποτέ στη διάθεσή τους ανθρώπινα χέρια, έγινε τελικά το τελευταίο εμπορευματικό αγαθό. Την ίδια στιγμή οι τόκοι, τα γραμμάτια και οι αγορές εξοπλισμών από τους καλλιεργητές, καθώς και τα υπό εξαφάνιση δένδρα και ζώα του δάσους, είχαν πάψει να θεωρούνται ενδιαφέροντα ως πηγές σημαντικών κερδών. Οι εταιρίες ενέργειας που είχαν ήδη αναμειχθεί στα μονοπώλια ουρανίου και πετρελαίου έγιναν αυτοκρατορίες ισχυρότερες από κάθε κράτος το οποίο τους βοηθούσε να αντιμετωπίζουν τα προβλήματά τους. Στο εσωτερικό των αυτοκρατοριών αυτών, η υγεία και η διαβίωση ενός «αποδεκτού» αριθμού κατοίκων της υπαίθρου και της πόλης ισορροπούσε απέναντι σε μια «αποδεκτή» αύξηση ή απώλεια κερδών. Κάθε πιθανή λαϊκή απάντηση στους υπολογισμούς αυτούς χειραγωγήθηκε από συνετό συνδυασμό καταστροφής, υποσχέσεων και αστυνομικής βίας.
Η δηλητηρίαση των ανθρώπων στην Ανατολική Pennsylvania με καρκινογόνο ραδιενέργεια από ένα σύστημα που αφιερώνει μια γενναία μερίδα της δραστηριότητάς του στην «υπεράσπισή» του ενάντια στην πυρηνική απειλή από το εξωτερικό
Η μόλυνση του φαγητού το οποίο καταναλώνεται από τους εναπομείναντες κατοίκους της ηπείρου, και η καταστροφή της παραγωγής των καλλιεργητών που είχαν αφιερώσει στωικά τις ζωές τους στην ανάπτυξη αυτού του εμπορεύματος που αποτελούσε βασικό ενδιαφέρον του Κεφαλαίου μισό αιώνα πριν.
Η μετατροπή της ηπείρου σε ένα κυριολεκτικό ναρκοπέδιο, με την άνευ προηγουμένου χρήση φονικών όπλων και εκρηκτικών, μιας ηπείρου που κάποτε κατοικούνταν από ανθρώπινα όντα που ζούσαν για να απολαμβάνουν τον αέρα, τον ήλιο, τα δένδρα, τα ζώα και κάθε τι.
Η δυστοπία μιας ηπείρου που καλύπτεται από καπνίζοντα ηφαίστεια, με τα εκκωφαντικά ηχεία τους να επαναλαμβάνουν το ίδιο ηχογραφημένο μήνυμα πάνω από την απανθρακωμένη γη: «Δεν υπάρχει λόγος υπερβολής, η κατάσταση παραμένει σταθερή, οι αρχές έχουν τα πάντα υπό έλεγχο»
Όλα τα παραπάνω δεν είναι ατύχημα. Είναι η παρούσα φάση της προόδου της Τεχνολογίας, δηλαδή του Κεφαλαίου, του Φρανκενστάιν της Mary Wollstonecraft Shelley, που θεωρείται «φυσική» από τους επίδοξους διευθυντές που ανυπομονούν να πάρουν την κατάσταση στα «επαναστατικά» χέρια τους. Για διακόσια χρόνια το Κεφάλαιο αναπτύχθηκε καταστρέφοντας τη φύση, απομακρύνοντας και εξολοθρεύοντας τους ανθρώπους. Το Κεφάλαιο κήρυξε πλέον μια νέα μετωπική επίθεση εναντίον στους ίδιους τους υπηκόους τους. Οι υπολογιστές του έχουν ξεκινήσει ήδη να λογαριάζουν την αξία χρήσης αυτών που είχαν εκπαιδευτεί να θεωρούν εαυτούς τους προνομιούχους του.
Αν τα πνεύματα των νεκρών μπορούσαν να αναβιώσουν ανάμεσα στους ζωντανούς. Οι πολεμιστές Ottawa, Chippewa και Potawatomi θα μπορούσαν να συνεχίσουν τον αγώνα από κει που τον άφησαν δυο αιώνες πριν, ενισχυμένοι από τις δυνάμεις των Sioux, των Dakota, των Nez Perce, των Yana και των Medoc και των αμέτρητων φυλών που οι γλώσσες τους έχουν σιγήσει πια. Μια τέτοια δύναμη θα μπορούσε να σταματήσει τους εγκληματίες που φυσικά δεν πρόκειται να έρθουν ενώπιον κανενός δικαστηρίου. Οι πολυάριθμοι πράκτορες του Κεφαλαίου θα αφήνονταν τότε να εξασκήσουν την αγαπημένη τους ρουτίνα της εργασίας- αποταμίευσης- επένδυσης- αγοραπωλησίας, βασανίζοντας ίσως ο ένας τον άλλον με καταστροφές, υποσχέσεις και αστυνομική βία, μέσα στα ανενεργά και αποσυνδεδεμένα εργοστάσιά τους, αμπαρωμένοι στους θαλάμους πλουτωνίου.
Fredy Perlman 1979
Μετάφραση: «ραδιενέργεια», Αύγουστος 2007